- αναδοχή
- η (Α ἀναδοχή) [ἀναδέχομαι]1. αποδοχή υποχρεώσεων ή ευθύνης, παραδοχή, αναγνώριση2. ανάληψη υποχρεώσεων3. εγγύηση, ασφάλειααρχ.σειρά, διαδοχή.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἀναδοχή — series fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναδοχαί — ἀναδοχή series fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναδοχῆς — ἀναδοχή series fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναδοχήν — ἀναδοχή series fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αλληλαναδοχή — η (σε πάπυρο) αμοιβαία συνομολόγηση και αποδοχή υποχρεώσεως. [ΕΤΥΜΟΛ. < αλληλ(ο) * + αναδοχή] … Dictionary of Greek
αναδέχομαι — (Α ἀναδέχομαι) αναλαμβάνω την υποχρέωση για κάτι, γίνομαι εγγυητής, εγγυώμα μσν. νεοελλ. δέχομαι στην αγκαλιά μου το βαπτιζόμενο βρέφος από την κολυμπήθρα, γίνομαι ανάδοχος, νονός αρχ. 1. παίρνω, λαμβάνω, δέχομαι 2. υποκύπτω, υπόκειμαι 3.… … Dictionary of Greek
ἀναδοχάν — ἀναδοχά̱ν , ἀναδοχή series fem acc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναδοχάς — ἀναδοχά̱ς , ἀναδοχή series fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)